Ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας συνιστά το νομοθέτημα που ορίζει και καθορίζει τις ισχύουσες ενέργειες, προθεσμίες, δικαιώματα και εν γένει τις εφαρμοζόμενες διαδικασίες στο πεδίο της Αστικής (Πολιτικής) Δίκης από την προδικασία μέχρι και το στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης.
Πρόκειται για ένα νομοθέτημα με τεράστια σπουδαιότητα, παρά το γεγονός ότι για τους μη νομικούς ενδέχεται να μην είναι οικείο, όχι μόνο για τους παράγοντες της Αστικής Δίκης, αλλά για όλη εν γένει την κοινωνία.
Με τον Νόμο 4335/2015 (ΦΕΚ Α’ 87/23.7.2015) έγιναν Νόμος του Κράτους, σε συνέχεια σχετικής δέσμευσης της χώρας μας ως προς την ψήφιση προαπαιτούμενων μέτρων για την έναρξη των διαπραγματεύσεων για την υπαγωγή της Ελλάδας στον ESM, οι τροποποιήσεις του ισχύοντος Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Οι τροποποιήσεις που έγιναν στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ερείδονται εν πολλοίς στο “σχέδιο Χαμηλοθώρη”, που είχε συνταχθεί στα τέλη του 2014, ξεσηκώνοντας τότε μεγάλες αντιδράσεις από την πλευρά όλων των λειτουργών και συλλειτουργών της Δικαιοσύνης.
Με τον ανωτέρω νόμο (ν. 4335/2015) καθιερώνονται έτσι αλλαγές σε όλο το φάσμα του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, τόσο στο πεδίο της προδικασίας, όσο και της κύριας αποδεικτικής διαδικασίας, αλλά και της αναγκαστικής εκτέλεσης.
Ειδικότερα, μία σημαντική αλλαγή στην Τακτική Διαδικασία με βάση το άρθρο 237, αφορά στο ότι πλέον με την νέα Δικονομία, μέσα σε 100 ημέρες από την κατάθεση της αγωγής (και όχι κατά την συζήτηση όπως γινόταν με τον ήδη ισχύοντα Κώδικα για το Ειρηνοδικείο και το Μονομελές Πρωτοδικείο και 20 ημέρες πριν από αυτήν στο Πολυμελές Πρωτοδικείο) οι διάδικοι οφείλουν να καταθέσουν τις προτάσεις τους και να προσκομίσουν όλα τα αποδεικτικά μέσα και διαδικαστικά μέσα που επικαλούνται με αυτές, καθώς και τα αποδεικτικά επίδοσης της αγωγής και τα πληρεξούσια προς τους δικηγόρους. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται για 30 ημέρες αν ο εναγόμενος ή ομόδικός του είναι κάτοικος εξωτερικού ή η διαμονή του είναι άγνωστη, ενώ η προσθήκη –αντίκρουση κατατίθεται 15 ημέρες μετά την λήξη της παραπάνω προθεσμίας και κλείνει ο φάκελος. Μέσα σε 15 ημέρες από το κλείσιμο του φακέλου ορίζεται η σύνθεση του Δικαστηρίου που χρεώνεται με την υπόθεση. Κατά την οριζόμενη δικάσιμο δεν εξετάζονται μάρτυρες, ενώ μόνο αν κριθεί απολύτως αναγκαίο από το Δικαστήριο εξετάζονται μάρτυρες σε νέα οριζόμενη δικάσιμο κατά την οποία γίνεται επανάληψη της συζήτησης.
Με την ανωτέρω ρύθμιση, ναι μεν επιδιώκεται η επιτάχυνση της Αστικής Δίκης σε ό,τι αφορά στην Τακτική Διαδικασία, πλην όμως θυσιάζεται η αμεσότητα και η προφορικότητα της διαγνωστικής δίκης, που αποτελεί την «ψυχή» της, καθιερώνοντας μία ψυχρή έγγραφη διαδικασία που ενδέχεται, στο βωμό της επιτάχυνσης, να αποστερήσει το Δικαστήριο από την συνολική και άμεση έποψη της υπόθεσης που έχει κατά την ουσιαστική επ’ ακροατηρίων συζήτηση, που θα τον οδηγούσε με μεγαλύτερες πιθανότητες σε ασφαλή, δίκαιη και απόλυτα ορθή δικανική κρίση.
Από την άλλη, εφόσον κριθεί αναγκαία η εξέταση μαρτύρων, ότε και θα διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης σε νέα δικάσιμο, θα υπάρξει επιβράδυνση της δίκης αντί επιτάχυνση αυτής, υποβάλλοντας τους διαδίκους σε περαιτέρω ταλαιπωρία και οδηγώντας κατ’ ουσίαν σε αντίθετο αποτέλεσμα από το επιδιωκόμενο.
Μία ακόμα αλλαγή είναι ότι σύμφωνα με το άρθρο 614 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ως τροποποιηθέν με τον ν. 4335/2015 ισχύει, οι μισθωτικές διαφορές, οι διαφορές από οριζόντια ή κάθετη ιδιοκτησία, οι διαφορές επαγγελματιών και οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, οι διαφορές από αμοιβές, οι διαφορές για ζημιές από αυτοκίνητα, οι διαφορές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές και οι διαφορές από πιστωτικούς τίτλους που, μέχρι πρότινος, συνιστούσαν καθεμία από τις ως άνω κατηγορίες διακριτή ειδική διαδικασία, συνενώνονται πλέον και υπάγονται στην διαδικασία των Περιουσιακών Διαφορών.
Περαιτέρω, Διαταγή Πληρωμής μπορεί πλέον να εκδοθεί και κατά προσώπου που έχει την διαμονή ή την έδρα του στο εξωτερικό, ενώ η ανακοπή κατά της Διαταγής Πληρωμής εκδικάζεται κατά την διαδικασία των Περιουσιακών Διαφορών.
Επιπλέον, αξιοσημείωτο είναι ότι περιορίζεται σημαντικά ο αριθμός και συντέμνεται η προθεσμία για την άσκηση των ένδικων βοηθημάτων σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης (κατάσχεσης, πλειστηριασμού κ.λπ.), ώστε ο οφειλέτης στερείται σημαντικών μέσων άμυνας κατά της σε βάρος του επισπευδόμενης διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης που διαθέτει πριν την θέση σε ισχύ του τροποποιημένου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, με αποτέλεσμα να επιταχύνεται σημαντικά η εκτελεστική διαδικασία, σε βάρος όμως του αδύναμου μέρους, ήτοι του οφειλέτη, ο οποίος χάνει πολλά από τα ένδικα βοηθήματα που μπορούσε με βάση το προηγούμενο καθεστώς να ασκήσει.
Περαιτέρω, ως τιμή πρώτης προσφοράς σε περίπτωση πλειστηριασμού ορίζεται, με βάση το άρθρο 954, το ποσό που αντιστοιχεί τουλάχιστον στα 2/3 της αξίας στην οποία εκτιμήθηκε το κατασχεμένο για την πρώτη ορισθείσα διενέργεια πλειστηριασμού και όχι η αντικειμενική αξία όπως μέχρι πρότινος μπορούσε να ισχύει ως τιμή πρώτης προσφοράς για τα ακίνητα.
Ακόμη, όταν πρόκειται για πλειστηριασμό ακινήτου που είναι μισθωμένο για την άσκηση σε αυτό επιχείρησης (επαγγελματική μίσθωση), ο υπερθεματιστής έχει πλέον δικαίωμα, με βάση το άρθρο 1009, να καταγγείλει την μίσθωση, η οποία λύεται με την πάροδο δύο (2) μηνών από την Καταγγελία.
Επίσης, τροποποίηση υφίσταται και ως προς την διανομή του πλειστηριάσματος, αφού πλέον απαιτήσεις με ειδικό προνόμιο επί του πλειστηριαζόμενου (όπως εμπράγματη ασφάλεια συνήθως πιστωτικών ιδρυμάτων) ικανοποιούνται σε πολύ μεγάλο ποσοστό ακόμα και από απαιτήσεις με γενικό προνόμιο (εργατικές απαιτήσεις, απαιτήσεις του Δημοσίου και των ΟΤΑ, απαιτήσεις διατροφής κ.λπ.), το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική απώλεια εσόδων του Δημοσίου εν γένει, αφού αντί αυτού προτιμώνται οι εμπραγμάτως ασφαλισμένοι πιστωτές (συνήθως Τράπεζες), που λαμβάνουν την μερίδα του λέοντος από το πλειστηρίασμα.
Από τα ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι λαμβάνουν χώρα σημαντικές τροποποιήσεις του ισχύοντος Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας σε πολλά επίπεδα, από τα οποία ανωτέρω καταδείχθηκαν ακροθιγώς μόνον τα κυριότερα. Έτσι, διαπιστώνεται μία προσπάθεια επιτάχυνσης της διαδικασίας εν γένει, τόσο σε επίπεδο εκδίκασης, όσο και σε επίπεδο εκτελεστικής διαδικασίας, δημιουργώντας ωστόσο σημαντικά προβλήματα ως προς την διασφάλιση των δικαιωμάτων όλων των πλευρών, αλλά και θυσιάζοντας δικαιώματα ακόμα και του Δημοσίου.
Οι ανωτέρω τροποποιήσεις τίθενται σε ισχύ από 01.01.2016.